Τρίτη 23 Απριλίου 2013

Η επιλογή

Αυτή τη φορά δυσκολεύτηκα.
Έκλεισα τα μάτια μου και πάλεψα ενάντια στην καυτή γεύση μέσα στο στόμα μου.
Αντιμαχόμουν κι έσπρωχνα ενάντια στη φωτιά που γλιστρούσε στην πλάτη μου,
πασχίζοντας να κρατήσω την μορφή μου, ενώ το σώμα μου προσπαθούσε να διαλυθεί τρέμοντας. 


Δευτέρα 15 Απριλίου 2013

Seduce me


Τον παρατηρούσε πολλή ώρα χωρίς να πει κουβέντα.
Κατέγραφε κάθε μικρή ή μεγάλη του κίνηση στο μυαλό της
και την ερμήνευε με τον δικό της αφύσικο τρόπο.

Εκείνος άναψε ένα τσιγάρο.
Το σατανικό της χαμογελάκι καρφώθηκε μονομιάς στο πρόσωπο της.

-Ενδιαφέρον.
-Θες;
-Δεν θα πω όχι.

Και της έδωσε ένα τσιγάρο με τον αναπτήρα αναμμένο μπροστά της.
Άναψε το τσιγάρο της και έπιασε εκείνον τον μαύρο αναπτήρα,
κοιτάζοντας τον για λίγα λεπτά.

Της άρεσε να περιεργάζεται τα πάντα γύρω της
χωρίς να εκφράζει τις σκέψεις της δυνατά.
Αυτό ήταν που δεν άντεχε σε εκείνη.
Τον τραβούσε όμως το ότι δεν ήξερε ποτέ τι σκέφτεται.
Ήταν μια πρόκληση γι'αυτόν να καταφέρει να μπει στο μυαλό της.

Άναψε τον αναπτήρα και το βλέμμα της εμβάθυνε στην φωτιά.
"Εμείς οι άνθρωποι.." άρχισε να λέει
"Έχουμε μια απίστευτη τάση αυτοκαταστροφής."
Το βλέμμα της ήταν ακόμη καρφωμένο στην φωτιά.
"Γλυκιά αυτοκαταστροφή...πάντα την γυροφέρνουμε,
ότι και να κάνουμε..Είναι..τόσο..ελκυστική..."είπε αργά.
Τα μάτια της σχεδόν καθρέφτιζαν την φλόγα του αναπτήρα.
Ήταν φανερό ότι ταξίδευε με το μυαλό της εκείνη την στιγμή.

"Είναι οι βαθιές μας,ακαταμάχητες,σκοτεινές επιθυμίες
που μας οδηγούν στην αυτοκαταστροφή"
είπε εκείνος για να την βγάλει από τις σκέψεις 
που την είχαν αποβλακώσει.

Εκείνη, σηκώθηκε απότομα και άρχισε να απομακρύνεται στην σκοτεινή παραλία.
"Αν πραγματικά με θέλεις, θα πρέπει να τρέξεις!!!"
φώναξε με έναν χαζό παιχνιδιάρικο τόνο.
Και εκείνος ήξερε πως δεν το εννοούσε τόσο επιφανειακά.
Παρόλα αυτά σηκώθηκε και έτρεξε πίσω της. 

Και μια μικρή φωτιά γεννήθηκε σε 'κείνο το σημείο 
όπου εκείνη είχε πετάξει τον μαύρο αναπτήρα,
ελπίζοντας πάντα,να κάψει ολόκληρη την πόλη που τόσο μισούσε.


Παρασκευή 12 Απριλίου 2013

Αν θα κρατήσει η φάρσα το κρίμα στο λαιμό μου.

Και ξαφνικά είσαι μέσα στο παιχνίδι τους.
Χωρίς να το θέλησες πότε 
αλλά ποιος νοιάστηκε για αυτά που θέλεις.
Και τρέχεις για να βρεις διαφυγή.
Χωρίς να έχεις αντοχή
αλλά επειδή είσαι αναγκασμένος να το κάνεις.
Και δεν πρέπει να κοιτάξεις πίσω,
ούτε μια στιγμή.
Είναι στους κανόνες.
Και άμα δεν παίξεις με τους κανόνες τους
δεν ξέρεις τι μπορεί να σου συμβεί.
Και θα 'ναι καλύτερα αν δεν μάθεις ποτέ;
Θα 'ναι καλύτερα αν συμβιβαστείς στο 
παιχνίδι τους;
Μα σαν να μου φάνηκε πως είδα έναν μικρό δρόμο
που οδηγούσε σε ένα όμορφο φως.
Μάλλον πως θα προτιμήσω να πάρω αυτόν.
Ακόμα κι αν δε ξέρω πως θα φτάσω εκεί.
Τουλάχιστον θα ψάξω να τον βρω.
Και αν χρειαστεί θα κοιτάξω πίσω.

Τρίτη 9 Απριλίου 2013

Και είδα τότε μπροστά μου όσα απέφευγα ή έφευγα πριν χάσω τα μυαλά μου

Έβλεπε παντού γραμμένο "Πρόσεχε μην χαθείς".
Σε τοίχους, σε στύλους, σε δρόμους.
Μα δεν έδινε σημασία.
"Κάποιος προσπαθεί να με μπερδέψει" είπε και γέλασε πνιχτά.
'Ένας παλιός παιδικός σταθμός, ένα μεγάλο δέντρο, ένας δρόμος με νερά.
"Πρόσεχε μην χαθείς"
Ήταν τόσο γνώριμη η γειτονιά, πώς θα μπορούσε να χαθεί,
σκέφτηκε προβληματισμένη αυτή τη φορά.
Στον παιδικό σταθμό δεν υπήρχε πια ζωή
αλλά καθώς πέρασε απ' έξω, χιλιάδες τσιριχτές παιδικές φωνές
της τρυπούσαν το μυαλό.
Ένας δρόμος με νερά.
Δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί από τις φωνές.
Έπεσε στα γόνατα και από την μανία της
έτριψε τα δάχτυλα της στην τραχεία άσφαλτο.
Το νερό σκόρπισε το αίμα γρήγορα στον δρόμο.
Η τσάντα της είχε ανοίξει και το περιεχόμενο της ξεχύθηκε γύρω της.
Ένα δέντρο.
"Τι όμορφο δέντρο" είπε και χαμογέλασε.
"Τα παιδάκια από τον παιδικό σταθμό πρέπει να ρίξανε κόκκινες μπογιές" είπε απορημένη κοιτώντας τα βαμμένα κόκκινα χέρια της.
Σηκώθηκε και τα σκούπισε πάνω της για να μαζέψει τα πράγματα της.

"Γιατί ήρθα εδώ;" "θα μπορούσα να είχα χαθεί".
Καθώς προχωρούσε, ένα μικρό αγόρι έτρεξε πίσω της.
"Κυρία, ξεχάσατε αυτό" της είπε με μια οικειότητα στην φωνή του
και της έδειξε ένα κουτάκι χάπια.
Εκείνη, γύρισε αργά και του απευθύνθηκε χαμογελώντας.
"Δεν είναι δικά μου"
και συνέχισε να περπατάει.











                                                                            "Πρόσεχε μην χαθείς"

Σειρά μου να σου κλέψω μια ανάσα.

Έτρεχε ξυπόλητη και τρομαγμένη.
Τι είχε συμβεί;
Ούτε εκείνη ήξερε.
Όμως ο φόβος την κυρίευε
για να βάλει τέλος στην κούραση της.
Το σκοτάδι σχεδόν την έπνιγε,
την στραγγάλιζε.
Και ξαφνικά την είδε να απλώνεται μπροστά της.
Όμορφη και μπλε.
Βούτηξε μέσα της βαθιά
και δεν βγήκε ποτέ ξανά για δεύτερη ανάσα.
"Εδώ ανήκω.Εδώ μόνο δεν τους φοβάμαι."
έλεγε. 

Δευτέρα 8 Απριλίου 2013

Μια ευχή


Αναζητώντας απαντήσεις,
που με απασχόλησαν τόσο πολύ.
Χάθηκα στον λαβύρινθο της προδοσίας,
κάτω από μία μάσκα αθωότητας.

Πάει καιρός
που οι λέξεις με κρατούν ξύπνια,
όλο το βράδυ,
αφήνοντας με μπερδεμένη και εξοντωμένη.

Πνιγμένη στις ευχές
για ένα μακρύ χαμένο παρελθόν,
άφησα την ζωή μου,
άφησα τον εαυτό μου.

Στην μέση της νύχτας
κάτω από τον βελούδινο ουρανό,
με ένα χαμόγελο ραμμένο στο πρόσωπο μου,
Ψιθυρίζω ακόμη μία ευχή
δίνοντας στην ζωή μου,
άλλη μία ευκαιρία για να την πραγματοποιήσει.


Like a flame

Και ήταν μόνος.
Και δεν έβαζε όρια στον εαυτό του.
"Ποιο το νόημα άλλωστε,
δεν υπάρχει τίποτα που να μου δίνει την ίδια ευχαρίστηση" έλεγε
Και συνέχιζε να καταστρέφει τον εαυτό του με τον δικό του αγαπημένο τρόπο.
Δεν περίμενε να του συμβεί κάτι όμοιο με τις ταινίες που έβλεπε.
Κάτι που θα τον ταρακουνούσε για να αλλάξει τρόπο ζωής.
Όμως μια μέρα στο μετρό, όχι μακριά από την δική του πραγματικότητα,
την είδε.
Και τότε για πρώτη φορά ένιωσε μια δροσερή αύρα 
να διαπερνάει το κορμί του και να τον ανατριχιάζει γλυκά.
Ένιωσε για πρώτη φορά πως μπορεί να δει χρώματα και χωρίς τα ναρκωτικά.
Ένιωσε για πρώτη φορά ότι υπάρχει μαγεία και χωρίς τα ναρκωτικά.
Ότι μπορεί να βλέπει νεράιδες και χωρίς τα ναρκωτικά.
Όμως δεν ήξερε αν θα κατάφερνε να της πιάσει το χέρι,
έστω και για λίγο.
Έκατσε δίπλα στην μικρή νεράιδα.
Την κοίταξε όπως δεν είχε κοιτάξει κανέναν ως τώρα στην μίζερη ζωή του και η κοπέλα χαμογέλασε και τον κοιτούσε και εκείνη.
Η έλξη ήταν αμοιβαία αλλά οι λέξεις δεν έβγαιναν από κανέναν τους.
Ήταν λες και η σιωπή μιλούσε για 'κείνους.

Δεν ήθελε να κατέβει από το μετρό παρόλο που είχε φτάσει στον προορισμό του.
Την κοίταζε ακόμα καθώς 3 στάσεις αργότερα η κοπέλα έκανε κίνηση για να σηκωθεί.
Την έπιασε απ'ο τον καρπό και τότε πρώτη φορά είπε.
"Είσαι νεράιδα; "
και η κοπέλα χαμογέλασε και πέρασε απαλά την παλάμη της στην δική του
κάνοντας μια κίνηση να τον σηκώσει από την θέση του για να έρθει μαζί της.
Το άγγιγμα της ήταν απαλό,βελούδινο.
Το βλέμμα της ήταν σταθερό και σίγουρο.
Σαν να ήξερε πολλά και να είχε γνωρίσει την ευτυχία στην ζωή της.
Φαινόταν πως είχε μάθει να αναγνωρίζει την ομορφιά γύρω της και να την εκτιμάει.
Και αυτό ακριβώς ήταν που χρειαζόταν να του δείξει για να σταματήσει την πρέζα.
Δεν ήταν πια μόνος.

Και τότε τους είδα.
Να περπατάνε τον δρόμο μαζί, με το χέρι του μέσα στο δικό της χέρι.
Τον προστάτευε.

Ο πάγκος με τα βιβλία απλωνόταν ακόμα μπροστά μου και το βιβλίο που κρατούσα στο χέρι μου
ήταν ανοιχτό σε μία σελίδα που άνοιξα καταλάθος στην αποβλάκωση μου καθώς τους κοίταζα.Γύρισα το βιβλίο να δω ξανά τον τίτλο "Drugs?" γιατί τον είχα ξεχάσει και το άνοιξα πάλι στην σελίδα εκείνη.

"Drugs?
Why drugs..?
You haven't found the person who
will show you that life is beautiful
even without drugs yet ..
You haven't fall in love.
..and love is like a sin my love."

Ένα δάκρυ κύλησε στο μάγουλο μου και άφησα το βιβλίο στην θέση του.
Άνοιξα την τσάντα μου και κοίταξα μέσα.
Τότε έφυγα βιαστικά.
Είχε έρθει η ώρα για την δόση μου.

State of mind


Κι όσο κι αν έσφιγγε η θηλιά 
τίποτα δεν παραδεχόταν.
Πως να του πει πως
το μόνο πράγμα που χαιρόταν πια
ήταν η αίσθηση της παρουσίας του.
Πως να του πει κάτι τέτοιο.

Φοβόταν πως θα 'τρεχε 
και δεν θα τον ξανάβλεπε ποτέ.
Κι ακόμα κι αν ήταν μόνο μία σκέψη αυτό
έτρεμε ολόκληρη.

Το ένιωθε πως κάτι δεν πάει καλά,
κάτι είχε αλλάξει μέσα της.
Σαν ξένο αίμα να κυλούσε στις φλέβες της.
Δεν ήταν ο εαυτός της.
Δεν αισθανόταν ο εαυτός της.

Κι όσο κι αν προσπαθούσε
να βρει μία βολική αιτία,
το μυαλό της χανόταν
σε μια θολή εικόνα 
που είχε φτιάξει μόνη της.