Σάββατο 14 Δεκεμβρίου 2013

Desire to never go Home

Κίτρινη μέρα σήμερα.
Όχι ότι η ατμόσφαιρα πήρε μια απόχρωση του κίτρινου..αλλά μου βγάζει την ίδια ξινή αφυδατωμένη αίσθηση που μου βγάζει αυτό το χρώμα.
Όλα αλλάζουν λοιπόν.
Θυμάμαι εκείνες τις μπορντό μέρες. Ζεστές, από άποψη ψυχής.
Πάντα ζήλευα τους ανθρώπους που δέχονται αλλαγές στην ζωή τους.
Αλλά από το μπορντό στο κίτρινο είναι λες και κάτι δεν πήγε καλά.

"Ισως"

Τι αφηρημένη που είμαι.
Έβαλα το αριστερό γάντι στο δεξί χέρι.
Είναι όμως πολλά τα σκαλιά μέχρι την έξοδο.
Με βάζουν σε σκέψεις.
"Μήπως να γυρίσω πίσω;"
"Μήπως να τρέξω και να χαθώ όσο είναι ακόμα νωρίς;"
Τόσες σκέψεις.Τόσο λίγος χώρος.
Η τύχη μου ασταθής και άχαρη, ποτέ δεν βασίστηκα σε αυτήν.
Μα σαν άπλωσα το χέρι μου να ανοίξω την πόρτα, 
ένιωθα πως της παραδόθηκα ολοκληρωτικά.

Κυριακή 17 Νοεμβρίου 2013

Α*Π*

Τι φταις εσύ, αν δεν βρέθηκε κάποιος να σου έχει πει πως και η αγάπη, όταν γίνεται κραυγή, τρομάζει.

Παρασκευή 11 Οκτωβρίου 2013

You are a piece of me..

-Καμιά φορά αναρωτιέμαι, αν θα ήταν καλή ιδέα να φύγω.

~Πιστεύεις ότι θα σε έσωζε αυτό από την μιζέρια σου;

-Πιστεύω θα ξεκολλούσε το μυαλό μου από εσένα.

~Γιατί με μισείς τόσο...;

-Γιατί δεν μπόρεσες ποτέ να μου προσφέρεις  μια συναισθηματική σταθερότητα..μια ασφάλεια.

~Μα γιατί τα περιμένεις όλα από εμένα;; οτιδήποτε κάνω έχει αρνητικές επιπτώσεις στην ψυχολογία σου.Ίσως αν χωριστούμε για ένα διάστημα..να ηρεμήσουμε και οι δύο.

-Ήμουν σίγουρη πως θα το έλεγες κάποια μέρα αυτό...Τόσο προβλέψιμο.

~Και με κάνεις να το θέλω όλο και περισσότερο.

-Πάντα μόνη ήμουν έτσι κι αλλιώς....

~Μην γίνεσαι τόσο δραματική.. αφού το ξέρεις ότι αντικειμενικά δεν ισχύει αυτό..

-Η αντικειμενικότητα μου έχει πνιγεί μες τις απρόσιτες επιθυμίες μου.

~..Ποιες είναι τέλος πάντων αυτές οι επιθυμίες;;

-Θέλω να είμαστε ένα ξανά.

~Ένα γερό χαστούκι σου χρειάζεται μπας και ξυπνήσεις.Είναι στο χέρι σου αυτό δεν το καταλαβαίνεις;; Εσύ είσαι που τα χαλάς όλα με την μελαγχολία σου!Με το παρανοϊκό μυαλό σου! 

-Αν είχα την ψυχική και σωματική δύναμη θα σε χαστούκιζα.

~ <<<<<Πλάάάάάάάάτς>>>>>>>

-Άουτς.~Άουτς.

~ - Με πόνεσα. - ~

Τρίτη 8 Οκτωβρίου 2013

Sweet Escape

'Τι κρύα και μουντή μέρα.
Ότι πρέπει για βόλτα'.Σκέφτηκε.
Της άρεσε το κρύο και ο άνεμος.
Της κρατούσε συντροφιά, έλεγε.
Σαν ένα ασπόνδυλο πλάσμα κάτω από τον αόρατο μανδύα του
που κόβει βόλτες ακόμα και στα πιο κακόφημα στενάκια της πόλης.
Είχε την δικιά της άποψη για τον άνεμο.
'Δεν αγαπάει όλους τους ανθρώπους..
Οι περισσότεροι εύχονται να μην υπήρχε. 
Λίγοι είναι οι φίλοι του.
Και μας μαζεύει όλους μια φορά τα εκατό χρόνια εκεί που κρύβεται τα καλοκαιριά,
και βάζει σε τάξη τα κομμάτια του'.
Εκεί λοιπόν, στο σπίτι των ανέμων, όπου θνητή ψυχή δεν πάτησε ποτέ
εκεί ήθελε να βρεθεί.

Οι άνθρωποι την κορόιδευαν.Την απέφευγαν.
"Τι παράξενη κοπέλα είναι αυτή"
διάβαζε στα πρόσωπα όσων τα βλέμματα τους διασταυρώθηκαν.
Εκείνη όμως δεν την ένοιαζε.Αντίθετα ένιωθε σπουδαία και διαφορετική.Και παρόλο που δεν της άρεσε να διαχωρίζει τους ανθρώπους, εκείνοι το κάνανε από μόνοι τους αποφεύγοντας την.

Και αφού ήπιε και την τελευταία γουλιά από το τσάι της, άνοιξε την πόρτα του σπιτιού της και βάδισε αργά προς τα έξω.
Μια μελωδία γαργαλούσε τα χείλη της και προσπαθούσε να βάλει σε σειρά τους στίχους.

~If I could escape...

Με το πρώτο βήμα όπου απέκτησε επαφή με τον έξω κόσμο, τράβηξε μέσα της μια γερή ρουφηξιά φθινοπωρινής μελαγχολίας και παγωμένου αέρα.

Δεν μπορούσε να θυμηθεί τους υπόλοιπους στίχους του τραγουδιού, οπότε συμβιβάστηκε με εκείνη την φράση που επανειλημμένα σιγοτραγουδούσε σαν κάποια καραμέλα που γλιστρούσε μέσα-έξω στα χείλη της.
~If I could escape...

Ο Δρόμος πιο στεγνός απ'όσο τον περίμενε.
'Η βροχή δεν τίμησε την γερασμένη μου πόλη ακόμα'. σκέφτηκε.
Αλλά δεν το εννοούσε έτσι απλά.
Ο δρόμος ήταν στεγνός και από άποψη ζωής.
Σαν άψυχα υποκείμενα οι άνθρωποι περιφέρονταν βιαστικά από τον έναν δρόμο στον άλλο, από το ένα πεζοδρόμιο στο άλλο, λες και θα βρίσκανε τα χαμένα τους νιάτα σαν έφταναν σε κάποιον άγνωστο προορισμό.

~If I could escape...

Ήταν άνθρωπος του πάγου, του χειμώνα, αλλά μια μικρή φλόγα είχε ανάψει μέσα της.
Και όσο περνούσαν οι μέρες η φλόγα γινότανε φωτιά και την έκαιγε,την πονούσε.

Δεν είχε σε ποιον να μιλήσει και έθαβε μέσα της όσα σκεφτόταν.
Έθαβε και έθαβε συνεχώς και χωρίς να το καταλάβει έθαβε και κομμάτια του εγώ της.
Θα μπορούσε να πει κανείς πως έχανε τον εαυτό της σιγά σιγά.

Η βόλτα είχε κρατήσει παραπάνω απ'όσο συνήθως.
Κάτι την τραβούσε από το να γυρίσει στο σάπιο σπίτι της.
Σαν κάτι να ήθελε να κάνει αλλά το σκεφτόταν ξανά και ξανά.
Μηχανικά πλέον προχωρούσε,αφού η θολούρα στο μυαλό της δεν την άφηνε να σκεφτεί ούτε τον προορισμό.
Παρ'όλα αυτά, έφτασε σε ένα εγκαταλελειμμένο χωράφι,
γεμάτο ξερά φυτά και ψόφιες προσδοκίες.

Της απέπνευσε το τέλος της αυτό το μέρος.
Βάζοντας φωτιά πάνω της, περίμενε με δάκρυα συγκίνησης  και όχι πόνου την στιγμή που θα γινόταν και η ίδια μία σκόνη που θα την παρέσερνε ο άνεμος που τόσο αγαπούσε.
Και εν τέλει αυτό έψαχνε.Ήταν γεννημένη σε λάθος πραγματικότητα και άργησε να το καταλάβει.

~If I could escape...



Κυριακή 6 Οκτωβρίου 2013

R*F*

Δύο δρόμοι ανοίγονταν μπροστά μου.
Δύο δρόμοι χωρισμένοι από έναν ξερό κορμό δέντρου.
Διάλεξα τον λιγότερο ταξιδεμένο,
και αυτό έκανε όλη την διαφορά.

Πέμπτη 30 Μαΐου 2013

run rubbit run

Άλλη μια ευκαιρία χαμένη.
Ευκαιρία για αλλαγή.
Άλλη μια από εκείνες τις στιγμές,
που εκεί που πας να χωνέψεις 
ότι δεν πρέπει να περιμένεις πολλά από την ζωή σου
ή από τους ανθρώπους,
πέφτεις θύμα κάποιας ψευτιάς .
Κάποιας στιγμής προσωρινής ευτυχίας.
Πόσες ήταν οι φορές που αυτή η άφωνη φωνή στο βάθος του μυαλού σου
ήταν ο μόνος που  άκουσε τι έχεις να πεις.
Και σε καταλαβαίνει τις περισσότερες φορές.
Είναι όμως και μερικές φορές που δεν σε ερμηνεύει.
Ούτε ο ίδιος σου ο εαυτός.
Και τότε τι κάνεις εσύ?
Αράζεις.
Ανάβεις και ένα τσιγάρο
και περιμένεις.
Το τι περιμένεις,
το βρίσκεις άλλη φορά.


Δευτέρα 13 Μαΐου 2013

Νιώσε και εσύ την Fiera

Ήταν ωραία μέρα.
Τίποτα δεν έδειχνε πως θα την χαλάσει.

Ξύπνησα με μια αίσθηση πως όλα έχουν τελειώσει.
Οι εικόνες του παρελθόντος είχαν αρχίσει να θαμπώνουν,
σχεδόν να ξεριζώνονται από το μυαλό μου.

Βγήκα από το σπίτι και προχώρησα λίγα μέτρα
όταν αυτό που αντίκρισαν τα μάτια μου
δεν το άντεξε η συνείδηση μου και το σώμα μου.
Έπεσα στα γόνατα κλείνοντας τα μάτια μου τόσο σφιχτά
που νόμιζα πως θα εκραγούν.
Δεν ήθελα άλλο να σε κοιτάζω.
Δεν άντεχα το θέαμα.
Η κατάντια σου, 
όπου είχα αποκλειστικά την ευθύνη.
Ένιωθα μια τρύπα στο στομάχι 
και τον αέρα να την διαπερνά μανιασμένα,
σαν να θέλει να με διαλύσει σε κομμάτια.

Με πλησίασες.
Χωρίς να περιμένεις πολύ, έσκυψες στο ύψος που βρισκόμουν.
Ήσουν τόσο κοντά μου που σχεδόν ένιωθα τον ρυθμό της ανάσας σου.
Μου σήκωσες το κεφάλι όσο χρειάστηκε για να σε κοιτάξω.
Δεν αντιστάθηκα.
Το ήξερα πως δεν έχει πλέον νόημα.
Έτσι άνοιξα τα μάτια μου.

Το πρόσωπο σου.
Τόσο οικείο
μα τόσο διαφορετικό πια.
Τόσο διαφορετικό..
Μου έλειπες.
Αλλά έπρεπε να σε ξεχάσω μου λέγανε.
Δεν θα ήθελες έτσι κι αλλιώς να με ξαναδείς
μετά από αυτό που έγινε.
Αυτό που έκανα.
Τα φάρμακα με κρατούσαν ψύχραιμη τώρα.
Δεν θα ξανά βγω εκτός ελέγχου όσο τα παίρνω.

Ήθελα να σε αγγίξω.
Να χαϊδέψω το πρόσωπο σου.
Το πρόσωπο αυτό που για μένα κάποτε σήμαινε τα πάντα
Και που με την ίδια μου την παράνοια τα κατέστρεψα όλα.

Τόλμησα να σηκώσω το χέρι μου
Αργά.Πολύ αργά.
Το τρέμουλο με εμπόδιζε.
Μέχρι που μια απότομη κίνηση σου με ξάφνιασε.
Κάτι άλλο με εμπόδιζε αυτή την φορά.
Το χέρι σου έπιασε το δικό μου.

Η καρδία μου χτυπούσε τόσο δυνατά 
που πονούσα.
Η ένταση στο πρόσωπο σου με μπέρδευε
Μπορούσα να διακρίνω ένα αμήχανο χαμόγελο.

Τότε βγήκαν οι πρώτες λέξεις από το στόμα σου.
"Δεν θα ήθελα να το ξεχάσεις ποτέ αυτό.
Ήρθα σήμερα εδώ για να δεις το αποτέλεσμα των πράξεων σου.
Να σου δημιουργηθούν εικόνες που ποτέ δεν θα σταματήσουν να σε στοιχειώνουν.
Γιατί έτσι πρέπει, έτσι είναι το σωστό.
Οι αναμνήσεις ξέρεις , σου είναι απαραίτητες
για να μην ξεχάσεις ποτέ ποια είσαι."

Και έφυγε.
Με αποτελείωσε και με παράτησε στον δρόμο.
Ανίκανη να κάνω οποιαδήποτε κίνηση.
Μου άξιζε όμως.

Κυριακή 5 Μαΐου 2013

Some kind of madness

Γνώριμο μέρος.
Προσπαθώ να ανακαλέσω τις αναμνήσεις με όλη την δύναμη του σώματος μου.
Τι είναι αυτό το μέρος;
Μου μοιάζει τόσο οικείο.
Μου ζεσταίνει την καρδιά.
Το αίμα που κυλάει στις φλέβες μου το νιώθω να με τσουρουφλίζει ελαφρά.
Νιώθω το δεξί μου χέρι βαρύ.
Μα τι είναι αυτό;
Μπουκάλι;
Ω μα ναι! Αλκοόλ.
Είναι σχεδόν άδειο.
Μάλλον αυτό κάνει το αίμα μου να βράζει.
Να κυλάει στις φλέβες του προσώπου μου και να νιώθω πως παίρνω φωτιά.
Πώς να έφτασα μέχρι εδώ άραγε;
Φαίνεται για άλλη μια φόρα ξεπέρασα τα όρια μου.
Έχασα τον έλεγχο.
Μέθυσα.
Θυμάμαι τα τελευταία μου λόγια πριν ανοίξω το μπουκάλι.

"Θα μεθύσω για να νιώσω ερωτευμένη ξανά"

Μα τούτη την στιγμή δεν νιώθω έρωτα.
Δεν νιώθω ευφορία.
Νιώθω το ίδιο μαχαίρι που μπήχτηκε στα σωθικά μου τότε.
Το νιώθω ξανά.
Το νιώθω να κάνει κύκλους,να κομματιάζει το μέσα μου.

Όταν ξεφύγω από την μέθη μου, θα έρθω να σε βρω.
Ή μήπως το έχω ήδη κάνει;



Τρίτη 23 Απριλίου 2013

Η επιλογή

Αυτή τη φορά δυσκολεύτηκα.
Έκλεισα τα μάτια μου και πάλεψα ενάντια στην καυτή γεύση μέσα στο στόμα μου.
Αντιμαχόμουν κι έσπρωχνα ενάντια στη φωτιά που γλιστρούσε στην πλάτη μου,
πασχίζοντας να κρατήσω την μορφή μου, ενώ το σώμα μου προσπαθούσε να διαλυθεί τρέμοντας. 


Δευτέρα 15 Απριλίου 2013

Seduce me


Τον παρατηρούσε πολλή ώρα χωρίς να πει κουβέντα.
Κατέγραφε κάθε μικρή ή μεγάλη του κίνηση στο μυαλό της
και την ερμήνευε με τον δικό της αφύσικο τρόπο.

Εκείνος άναψε ένα τσιγάρο.
Το σατανικό της χαμογελάκι καρφώθηκε μονομιάς στο πρόσωπο της.

-Ενδιαφέρον.
-Θες;
-Δεν θα πω όχι.

Και της έδωσε ένα τσιγάρο με τον αναπτήρα αναμμένο μπροστά της.
Άναψε το τσιγάρο της και έπιασε εκείνον τον μαύρο αναπτήρα,
κοιτάζοντας τον για λίγα λεπτά.

Της άρεσε να περιεργάζεται τα πάντα γύρω της
χωρίς να εκφράζει τις σκέψεις της δυνατά.
Αυτό ήταν που δεν άντεχε σε εκείνη.
Τον τραβούσε όμως το ότι δεν ήξερε ποτέ τι σκέφτεται.
Ήταν μια πρόκληση γι'αυτόν να καταφέρει να μπει στο μυαλό της.

Άναψε τον αναπτήρα και το βλέμμα της εμβάθυνε στην φωτιά.
"Εμείς οι άνθρωποι.." άρχισε να λέει
"Έχουμε μια απίστευτη τάση αυτοκαταστροφής."
Το βλέμμα της ήταν ακόμη καρφωμένο στην φωτιά.
"Γλυκιά αυτοκαταστροφή...πάντα την γυροφέρνουμε,
ότι και να κάνουμε..Είναι..τόσο..ελκυστική..."είπε αργά.
Τα μάτια της σχεδόν καθρέφτιζαν την φλόγα του αναπτήρα.
Ήταν φανερό ότι ταξίδευε με το μυαλό της εκείνη την στιγμή.

"Είναι οι βαθιές μας,ακαταμάχητες,σκοτεινές επιθυμίες
που μας οδηγούν στην αυτοκαταστροφή"
είπε εκείνος για να την βγάλει από τις σκέψεις 
που την είχαν αποβλακώσει.

Εκείνη, σηκώθηκε απότομα και άρχισε να απομακρύνεται στην σκοτεινή παραλία.
"Αν πραγματικά με θέλεις, θα πρέπει να τρέξεις!!!"
φώναξε με έναν χαζό παιχνιδιάρικο τόνο.
Και εκείνος ήξερε πως δεν το εννοούσε τόσο επιφανειακά.
Παρόλα αυτά σηκώθηκε και έτρεξε πίσω της. 

Και μια μικρή φωτιά γεννήθηκε σε 'κείνο το σημείο 
όπου εκείνη είχε πετάξει τον μαύρο αναπτήρα,
ελπίζοντας πάντα,να κάψει ολόκληρη την πόλη που τόσο μισούσε.


Παρασκευή 12 Απριλίου 2013

Αν θα κρατήσει η φάρσα το κρίμα στο λαιμό μου.

Και ξαφνικά είσαι μέσα στο παιχνίδι τους.
Χωρίς να το θέλησες πότε 
αλλά ποιος νοιάστηκε για αυτά που θέλεις.
Και τρέχεις για να βρεις διαφυγή.
Χωρίς να έχεις αντοχή
αλλά επειδή είσαι αναγκασμένος να το κάνεις.
Και δεν πρέπει να κοιτάξεις πίσω,
ούτε μια στιγμή.
Είναι στους κανόνες.
Και άμα δεν παίξεις με τους κανόνες τους
δεν ξέρεις τι μπορεί να σου συμβεί.
Και θα 'ναι καλύτερα αν δεν μάθεις ποτέ;
Θα 'ναι καλύτερα αν συμβιβαστείς στο 
παιχνίδι τους;
Μα σαν να μου φάνηκε πως είδα έναν μικρό δρόμο
που οδηγούσε σε ένα όμορφο φως.
Μάλλον πως θα προτιμήσω να πάρω αυτόν.
Ακόμα κι αν δε ξέρω πως θα φτάσω εκεί.
Τουλάχιστον θα ψάξω να τον βρω.
Και αν χρειαστεί θα κοιτάξω πίσω.

Τρίτη 9 Απριλίου 2013

Και είδα τότε μπροστά μου όσα απέφευγα ή έφευγα πριν χάσω τα μυαλά μου

Έβλεπε παντού γραμμένο "Πρόσεχε μην χαθείς".
Σε τοίχους, σε στύλους, σε δρόμους.
Μα δεν έδινε σημασία.
"Κάποιος προσπαθεί να με μπερδέψει" είπε και γέλασε πνιχτά.
'Ένας παλιός παιδικός σταθμός, ένα μεγάλο δέντρο, ένας δρόμος με νερά.
"Πρόσεχε μην χαθείς"
Ήταν τόσο γνώριμη η γειτονιά, πώς θα μπορούσε να χαθεί,
σκέφτηκε προβληματισμένη αυτή τη φορά.
Στον παιδικό σταθμό δεν υπήρχε πια ζωή
αλλά καθώς πέρασε απ' έξω, χιλιάδες τσιριχτές παιδικές φωνές
της τρυπούσαν το μυαλό.
Ένας δρόμος με νερά.
Δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί από τις φωνές.
Έπεσε στα γόνατα και από την μανία της
έτριψε τα δάχτυλα της στην τραχεία άσφαλτο.
Το νερό σκόρπισε το αίμα γρήγορα στον δρόμο.
Η τσάντα της είχε ανοίξει και το περιεχόμενο της ξεχύθηκε γύρω της.
Ένα δέντρο.
"Τι όμορφο δέντρο" είπε και χαμογέλασε.
"Τα παιδάκια από τον παιδικό σταθμό πρέπει να ρίξανε κόκκινες μπογιές" είπε απορημένη κοιτώντας τα βαμμένα κόκκινα χέρια της.
Σηκώθηκε και τα σκούπισε πάνω της για να μαζέψει τα πράγματα της.

"Γιατί ήρθα εδώ;" "θα μπορούσα να είχα χαθεί".
Καθώς προχωρούσε, ένα μικρό αγόρι έτρεξε πίσω της.
"Κυρία, ξεχάσατε αυτό" της είπε με μια οικειότητα στην φωνή του
και της έδειξε ένα κουτάκι χάπια.
Εκείνη, γύρισε αργά και του απευθύνθηκε χαμογελώντας.
"Δεν είναι δικά μου"
και συνέχισε να περπατάει.











                                                                            "Πρόσεχε μην χαθείς"

Σειρά μου να σου κλέψω μια ανάσα.

Έτρεχε ξυπόλητη και τρομαγμένη.
Τι είχε συμβεί;
Ούτε εκείνη ήξερε.
Όμως ο φόβος την κυρίευε
για να βάλει τέλος στην κούραση της.
Το σκοτάδι σχεδόν την έπνιγε,
την στραγγάλιζε.
Και ξαφνικά την είδε να απλώνεται μπροστά της.
Όμορφη και μπλε.
Βούτηξε μέσα της βαθιά
και δεν βγήκε ποτέ ξανά για δεύτερη ανάσα.
"Εδώ ανήκω.Εδώ μόνο δεν τους φοβάμαι."
έλεγε. 

Δευτέρα 8 Απριλίου 2013

Μια ευχή


Αναζητώντας απαντήσεις,
που με απασχόλησαν τόσο πολύ.
Χάθηκα στον λαβύρινθο της προδοσίας,
κάτω από μία μάσκα αθωότητας.

Πάει καιρός
που οι λέξεις με κρατούν ξύπνια,
όλο το βράδυ,
αφήνοντας με μπερδεμένη και εξοντωμένη.

Πνιγμένη στις ευχές
για ένα μακρύ χαμένο παρελθόν,
άφησα την ζωή μου,
άφησα τον εαυτό μου.

Στην μέση της νύχτας
κάτω από τον βελούδινο ουρανό,
με ένα χαμόγελο ραμμένο στο πρόσωπο μου,
Ψιθυρίζω ακόμη μία ευχή
δίνοντας στην ζωή μου,
άλλη μία ευκαιρία για να την πραγματοποιήσει.


Like a flame

Και ήταν μόνος.
Και δεν έβαζε όρια στον εαυτό του.
"Ποιο το νόημα άλλωστε,
δεν υπάρχει τίποτα που να μου δίνει την ίδια ευχαρίστηση" έλεγε
Και συνέχιζε να καταστρέφει τον εαυτό του με τον δικό του αγαπημένο τρόπο.
Δεν περίμενε να του συμβεί κάτι όμοιο με τις ταινίες που έβλεπε.
Κάτι που θα τον ταρακουνούσε για να αλλάξει τρόπο ζωής.
Όμως μια μέρα στο μετρό, όχι μακριά από την δική του πραγματικότητα,
την είδε.
Και τότε για πρώτη φορά ένιωσε μια δροσερή αύρα 
να διαπερνάει το κορμί του και να τον ανατριχιάζει γλυκά.
Ένιωσε για πρώτη φορά πως μπορεί να δει χρώματα και χωρίς τα ναρκωτικά.
Ένιωσε για πρώτη φορά ότι υπάρχει μαγεία και χωρίς τα ναρκωτικά.
Ότι μπορεί να βλέπει νεράιδες και χωρίς τα ναρκωτικά.
Όμως δεν ήξερε αν θα κατάφερνε να της πιάσει το χέρι,
έστω και για λίγο.
Έκατσε δίπλα στην μικρή νεράιδα.
Την κοίταξε όπως δεν είχε κοιτάξει κανέναν ως τώρα στην μίζερη ζωή του και η κοπέλα χαμογέλασε και τον κοιτούσε και εκείνη.
Η έλξη ήταν αμοιβαία αλλά οι λέξεις δεν έβγαιναν από κανέναν τους.
Ήταν λες και η σιωπή μιλούσε για 'κείνους.

Δεν ήθελε να κατέβει από το μετρό παρόλο που είχε φτάσει στον προορισμό του.
Την κοίταζε ακόμα καθώς 3 στάσεις αργότερα η κοπέλα έκανε κίνηση για να σηκωθεί.
Την έπιασε απ'ο τον καρπό και τότε πρώτη φορά είπε.
"Είσαι νεράιδα; "
και η κοπέλα χαμογέλασε και πέρασε απαλά την παλάμη της στην δική του
κάνοντας μια κίνηση να τον σηκώσει από την θέση του για να έρθει μαζί της.
Το άγγιγμα της ήταν απαλό,βελούδινο.
Το βλέμμα της ήταν σταθερό και σίγουρο.
Σαν να ήξερε πολλά και να είχε γνωρίσει την ευτυχία στην ζωή της.
Φαινόταν πως είχε μάθει να αναγνωρίζει την ομορφιά γύρω της και να την εκτιμάει.
Και αυτό ακριβώς ήταν που χρειαζόταν να του δείξει για να σταματήσει την πρέζα.
Δεν ήταν πια μόνος.

Και τότε τους είδα.
Να περπατάνε τον δρόμο μαζί, με το χέρι του μέσα στο δικό της χέρι.
Τον προστάτευε.

Ο πάγκος με τα βιβλία απλωνόταν ακόμα μπροστά μου και το βιβλίο που κρατούσα στο χέρι μου
ήταν ανοιχτό σε μία σελίδα που άνοιξα καταλάθος στην αποβλάκωση μου καθώς τους κοίταζα.Γύρισα το βιβλίο να δω ξανά τον τίτλο "Drugs?" γιατί τον είχα ξεχάσει και το άνοιξα πάλι στην σελίδα εκείνη.

"Drugs?
Why drugs..?
You haven't found the person who
will show you that life is beautiful
even without drugs yet ..
You haven't fall in love.
..and love is like a sin my love."

Ένα δάκρυ κύλησε στο μάγουλο μου και άφησα το βιβλίο στην θέση του.
Άνοιξα την τσάντα μου και κοίταξα μέσα.
Τότε έφυγα βιαστικά.
Είχε έρθει η ώρα για την δόση μου.

State of mind


Κι όσο κι αν έσφιγγε η θηλιά 
τίποτα δεν παραδεχόταν.
Πως να του πει πως
το μόνο πράγμα που χαιρόταν πια
ήταν η αίσθηση της παρουσίας του.
Πως να του πει κάτι τέτοιο.

Φοβόταν πως θα 'τρεχε 
και δεν θα τον ξανάβλεπε ποτέ.
Κι ακόμα κι αν ήταν μόνο μία σκέψη αυτό
έτρεμε ολόκληρη.

Το ένιωθε πως κάτι δεν πάει καλά,
κάτι είχε αλλάξει μέσα της.
Σαν ξένο αίμα να κυλούσε στις φλέβες της.
Δεν ήταν ο εαυτός της.
Δεν αισθανόταν ο εαυτός της.

Κι όσο κι αν προσπαθούσε
να βρει μία βολική αιτία,
το μυαλό της χανόταν
σε μια θολή εικόνα 
που είχε φτιάξει μόνη της.